Φλέμινγκ, Αλεξάντερ

Φλέμινγκ, Αλεξάντερ
(Fleming, Λόκφιλντ, Eϊρσάιρ 1881 – Λονδίνο 1955). Άγγλος γιατρός μικροβιολόγος. Εργάστηκε σχεδόν αποκλειστικά στο Κέντρο Εμβολίων του νοσοκομείου Saint Mary του Λονδίνου και σε αυτό έκανε τις πιο σημαντικές παρατηρήσεις του: το 1922 ανακάλυψε τη λυσοζύμη, αντιμικροβιακή ουσία που βρίσκεται σε πολλά οργανικά υγρά, και το 1928 τις αντιβιοτικές ιδιότητες των αποικιών του Penicillum notatum, μιας κοινής μούχλας, αφού εντόπισε την πενικιλίνη, ουσία με ειδική δράση. Τα αποτελέσματα των ερευνών του δημοσιεύτηκαν το 1929 στη Revue de pathologie experimentale, αλλά μόνο κατά τη διάρκεια του B’ Παγκοσμίου πολέμου άρχισε να εφαρμόζει με ικανοποιητικά πράγματι αποτελέσματα, την ανακάλυψή του. Το 1945, για την ανακάλυψη των ιδιοτήτων της πενικιλίνης, έλαβε το βραβείο Νόμπελ της ιατρικής, μαζί με τους Ερνστ Μπόρις Τσέιν και Χάουαρντ Ου. Φλόουρεϊ, που απομόνωσαν την πενικιλίνη το 1940 και καθόρισαν το χημικό της τύπο. Πέρασε τα τελευταία του χρόνια διευθύνοντας το Wright-Fleming Institute of Microbiology. O διάσημος Άγγλος γιατρός μικροβιολόγος Αλεξάντερ Φλέμινγκ, ερευνώντας τους ευρωτομύκητες του γένους penicillum, ανακάλυψε την πενικιλίνη, ουσία με ισχυρές αντιβιοτικές ιδιότητες. Η Αμαλία Κουτσούρη-Φλέμινγκ, ιατρός και σύζυγος του νομπελίστα μικροβιολόγου Αλεξάντερ Φλέμινγκ (φωτ. από την έκδ. «100+1 χρόνια Ελλάδα»). Δείγμα πενικιλίνης, που φυλάσσεται σε ξύλινο κουτί με μεταλλικό κάλυμμα (1935) και ανήκε στο μικροβιολόγο Αλεξάντερ Φλέμινγκ (φωτ.ΑΠΕ).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αντιβιοτικά — Οργανικέςουσίες που παράγονται από μικροοργανισμούς (μύκητες, ακτινομύκητες, σχιζομύκητες) ικανές να εμποδίζουν την ανάπτυξη των διαφόρων μικροβίων ή ακόμα και να τα σκοτώνουν. Τα α. είναι τυπικά προϊόντα δευτερογενών και μικρών μονοπατιών… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • λυσοζύμη — Ένζυμο της ομάδας των υδρολασών. Καταστρέφει το κυτταρικό τοίχωμα των βακτηρίων και προκαλεί έτσι τη λύση των κυττάρων. Είναι μια πρωτεΐνη με μοριακό βάρος περίπου 14.000 και η πολυπεπτιδική της αλυσίδα, μήκους 129 αμινοξέων, είναι τυλιγμένη έτσι …   Dictionary of Greek

  • φαρμακολογία — Επιστήμη που μελετά τις ουσίες που έχουν την ικανότητα να προκαλούν λειτουργικές μεταβολές στα κύτταρα και στους οργανισμούς. Η φ. δεν περιορίζεται στη μελέτη των θεραπευτικών ουσιών, αλλά επεκτείνει το ενδιαφέρον της και στα δηλητήρια και στις… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”